Ὀγδόντα τρεῖς ἐπιστολές (65 αὐτόγραφες καί 18 δακτυλογραφημένες) τῆς περιόδου 1967-1972, μέ τήν ὑπογραφή του («Μάνος») πρός τόν Σπῦρο.
Τιμή εκτίμησης: € 10.000 - 15.000200 συνολικά σελίδες, διάφορα μεγέθη. Μία από τις δακτυλογραφημένες υπογεγραμμένη με αρχικό («Μ.»), οι περισσότερες σε επιστολόχαρτα είτε χρωματιστά, είτε με πολύχρωμα σχέδια, ορισμένες με επικολλημένα στοιχεία (φωτογραφίες ή / και μικρές διακοσμητικές εικόνες), δεκαέξι επιστολές με έντυπες επικεφαλίδες (Λονδίνο, 13 Δεκεμβρίου 1961: «WEST BURY / NEW BOND STREET / [...]», Βρυξέλλες (2): «HOTEL PLAZA / 118-126, Boulevard Adolphe Max / [...]», Νέα Υόρκη, 13 Νοεμβρίου 1966 και 1 Ιανουαρίου 1967: «HOTEL ALGONQUIN / [...]», Φιλαδέλφεια (2): «THE BELLEVUE STRATFORD / [...]», Παρίσι, 5 Ιουλίου 1967: «HOTEL DE LA TRÉMOILLE / [...]», Hollywood, 24 Μαΐου 1968: «CHATEAU MARMONT / [...]» και 7 με έντυπη επικεφαλίδα: «MANOS HADJIDAKIS» (η μία σε επικολλημένη ετικέτα). [μαζί:] Εὐχετήρια κάρτα γιά τό 1968 μέ τήν ὑπογραφή του («Μάνος») πρός τόν Σπῦρο. χ.τ. και χ. [Νέα Υόρκη, 26 Δεκεμβρίου 1967]. • Δίπτυχο, 122 x 90 mm. Με επικολλημένη έντυπη ετικέτα με το όνομά του («Manos Hadjidakis») στη σ. [1] και αυτόγραφο κείμενο στις σ. [2] και [3]. (84) • Σημαντική και ιδιαιτέρως ιδιωτικού χαρακτήρα ενότητα επιστολών του Μ. Χατζιδάκι προς τον πολύ αγαπημένο του φίλο, Σπύρο. Οι περισσότερες επιστολές, γραμμένες στην Αμερική (Νέα Υόρκη και Hollywood) τη διετία 1967-1969, δίνουν μια ανάγλυφη εικόνα της εκεί διαμονής του, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο. Κυρίως όμως φωτίζουν μαζί με τις υπόλοιπες, τις σταλμένες από την Ευρώπη, τη σχέση του με τον Σπύρο και ένα ακόμα προσφιλές του πρόσωπο, τον Δημήτρη. Στο περιεχόμενό τους κυριαρχεί το αίσθημα της βασανιστικής μοναξιάς και της ασίγαστης νοσταλγίας. Οι επιστολές βρίθουν από στοχασμούς και βιώματα σχετικά με το ερωτικό συναίσθημα, την αποκλειστικότητα, τις αγαπητικές συνευρέσεις σε αντιδιαστολή με τις εφήμερες περιπέτειες, τον ανδρισμό ως αρετή, την ομορφιά, την ωρίμανση μέσω της αγάπης, που έχει κάνει τον ίδιο «οριστικά και παντοτινά νέο» και άξιο για «ακριβές» σχέσεις. Βιώνει τη διαμονή του στην Αμερική από τη μια ως «αναγκαστική εξορία», καθώς η Ελλάδα δεν μπορεί να του προσφέρει πολλά, ούτε δημιουργικά, ούτε οικονομικά, από την άλλη όμως νιώθει πως ξεκινά, σαν νέος, από την αρχή, καθώς εκεί υπάρχουν εναλλαγές και προοπτικές. Σχολιάζει τακτικά τον καιρό, προτιμά και νοσταλγεί την Ευρώπη, παρόλο που στη Νέα Υόρκη δουλεύει πιο συγκεντρωμένος και η ζωή στην Αμερική είναι πολύχρωμη «σαν τρελλά σχέδια του Αργυράκη...». Βρίσκεται πολύ συχνά σε οικονομικό αδιέξοδο αλλά πάντα φροντίζει να στηρίζει οικονομικά τον Σπύρο και τον Δημήτρη, κάτι που αποτελεί μόνιμη μέριμνά του. Επικαλείται σχεδόν σε κάθε γράμμα τον Θεό, ενώ παράλληλα ο ίδιος επιδεικνύει μια συγκινητική μαχητικότητα ενάντια στις αντιξοότητες. Δουλεύει ασταμάτητα, με αποτέλεσμα να δακτυλογραφεί ορισμένες φορές τις επιστολές, επειδή, όπως εξηγεί, «πονάει το χέρι του από την παρτιτούρα». Μιλάει για τον Γκάτσο, ως έναν από τους λίγους ανθρώπους που τον αγαπούν και τον έχουν διδάξει. Κάνει αναφορές σε διάφορα έργα του, αρχίζοντας από τους Όρνιθες με τον Μπεζάρ στις Βρυξέλλες, την τρομερή επιτυχία του Illya Darling, το Blue, τη συνεργασία του με την Paramount και τέλος το Reflections, ενώ σε ορισμένα σημεία σχολιάζει αιχμηρά τη ζωή και τους ανθρώπους στην Αμερική. Τέλος, νοσταλγεί την ατμόσφαιρα της Ελλάδας αλλά δεν παύει να ονειρεύεται και να εργάζεται για μια κοινή ζωή με τον Σπύρο στη Νέα Υόρκη.